Αδυνάτισμα: Μύθοι και Αλήθειες
Αδυνάτισμα: Η σωστή προσέγγιση
Αδυνάτισμα, από τα πολύ παλιά χρόνια καθετί το παράδοξο και το ανεξήγητο προκαλούσε την περιέργεια και το ενδιαφέρον του απλού κόσμου. Αυτή την ιδιομορφία της ανθρώπινης φύσης, συνεχίζει και στις ημέρες μας να εκμεταλλεύεται μερίδα επιτήδειων, που παρουσιάζει παράδοξους τρόπους αδυνατίσματος, προκειμένου να κεντρίσει το ενδιαφέρον του ανυποψίαστου ατόμου, επιδιώκοντας συνάμα να ανατρέψει τα καθιερωμένα επιστημονικά μονοπάτια αντιμετώπισης του πολυπαραγοντικού προβλήματος της παχυσαρκίας.
Το να βγει και να πει κάποιος δημόσια, πως ο λογικότερος και επιστημονικότερος τρόπος για χάσει κανείς βάρος, είναι να τροποποιήσει με ήπιο και σταδιακό τρόπο τη διατροφή του προς τις αρχές της ισορροπημένης – Μεσογειακής διατροφής και να πλαισιώσει αυτή τη προσπάθεια με αύξηση της σωματικής του δραστηριότητας, σίγουρα δεν «ερεθίζει» τη κοινή γνώμη, ούτε προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Αν όμως κάποιος ισχυριστεί πως πίνοντας ειδικό ξύδι από το Καμερούν, καταναλώνοντας αμπούλες αγκινάρας ή τρώγοντας ανανά πρωί – βράδυ, μπορεί να συνεισφέρει στο αδυνάτισμα, σίγουρα στρέφει τα μάτια του κόσμου πάνω του.
Το άτομο που αντιμετωπίζει πρόβλημα με το βάρος του συχνά αποτελεί εύκολο θύμα και στόχο κάθε καινούριας – παράδοξης «ανακάλυψης» που αφορά το αδυνάτισμα.
Πόσο επιστημονική βάση έχουν όμως τέτοιοι ισχυρισμοί και πόσο ακίνδυνοι είναι για την υγεία ενός παχύσαρκου ο οποίος είναι έτοιμος να εφαρμόσει το οτιδήποτε θα λύσει το πρόβλημά του;
Μέχρι σήμερα παρόλο την αλματώδη ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, μεμονωμένη λύση στο πρόβλημα της παχυσαρκίας δεν έχει δοθεί και ούτε πρόκειται να δοθεί.
Φάρμακα πολλά υποσχόμενα, με σαφή δράση στην αναστολή λιπασών (ενζύμων που επεμβαίνουν στη πέψη και αφομοίωση του λίπους της τροφής) απέτυχαν στο να δώσουν σαφή λύση στο αδυνάτισμα και σήμερα χρησιμοποιούνται επικουρικά της διαιτητικής αγωγής και σε καμία περίπτωση αποκλειστικά. Ανορεξιογόνα χάπια που έκαναν πιο εύκολη την εισαγωγή του παχύσαρκου σε δίαιτα αδυνατίσματος, απομακρύνθηκαν από την αγορά ως επικίνδυνα για την καρδιαγγειακή υγεία και σήμερα αυτά που κυκλοφορούν πρέπει να δίνονται μόνο μετά από διεξοδικό έλεγχο που θα κάνει ο αρμόδιος ιατρός.
Και βέβαια στο περιθώριο όλων αυτών των επιστημονικών προσπαθειών βρίσκονταν πάντα και θα βρίσκεται (δυστυχώς) όλη η παραφιλολογία για σκευάσματα που αυξάνουν το μεταβολισμό, που μειώνουν την όρεξη ή που με μαγικό τρόπο βοηθούν στο αδυνάτισμα.
Βέβαια το να προσπαθεί κανείς να αδυνατίσει χωρίς ουσιαστική και επιστημονική παρέμβαση στον καθημερινό του τρόπο σκέψης, παρά μόνο με την κατανάλωση χαπιών ανανά, «ενεργού» κρεμμυδιού ή την πόση μηλόξυδου, δεν γνωρίζω κατά πόσο μπορεί να χαρακτηριστεί αφέλεια ή άγνοια βασικών αρχών, στην οποία σίγουρα πολλοί επιστημονικοί κρατικοί φορείς έχουν ευθύνη, μια και αδυνατούν να ενημερώσουν σωστά και αξιόπιστα τον κόσμο.
Αδυνάτισμα: Ο ρόλος του επιστήμονα διαιτολόγου
Ο επιστήμονας διαιτολόγος λοιπόν, καλείται πρώτα να ξεκαθαρίσει και να επαναπροσδιορίσει αρχές και θεωρίες και μετά να προτείνει λύσεις και μεθόδους.
Να ξεκαθαρίσει για παράδειγμα πως η παχυσαρκία αφορά την υπερβολική συσσώρευση λιπώδους ιστού και όχι απλά βάρους και άρα για να προσδιορισθεί ο βαθμός παχυσαρκίας θα έπρεπε κανονικά να μετρηθεί το ποσό του λίπους και όχι να ανέβει απλά κάποιος στη ζυγαριά.
Να ξεκαθαρίσει επίσης πως η πλειονότητα των περιπτώσεων παχυσαρκίας δεν οφείλεται σε ενδοκρινικά ή άλλα νοσήματα, αλλά σε αυξημένη πρόσληψη θερμίδων σε σχέση με τις ανάγκες του οργανισμού. Και βέβαια να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στο πως κανείς θα προλάβει την παχυσαρκία και όχι στο πως θα την αντιμετωπίσει, μια και όπως δεκάδες επιστημονικά τεκμηριωμένες μελέτες υποδεικνύουν, όταν κάποιος γίνει παχύσαρκος, πρέπει να καταβάλει σημαντικά περισσότερες προσπάθειες για να αδυνατίσει από εκείνον που απλά προσπαθεί να διατηρήσει ένα ιδανικό βάρος. Βλέπετε το σώμα του παχύσαρκου αντιδρά δύστροπα και έντονα σε κάθε προσπάθεια αλλαγής, ενώ έρευνες δείχνουν πως ο μεταβολικός μηχανισμός σε ένα παχύσαρκο άτομο λειτουργεί προσπαθώντας συνέχεια να εξοικονομήσει ενέργεια , πολλαπλασιάζοντας έτσι τη δυσκολία για αδυνάτισμα.
Για παράδειγμα τα ερυθρά αιμοσφαίρια των παχύσαρκων παρουσιάζουν ελάττωση του ρυθμού της λειτουργίας της αντλίας νατρίου, με αποτέλεσμα την εξοικονόμηση ενέργειας. Ακόμα η αύξηση του μεταβολισμού που ακολουθεί τη λήψη της τροφής (το θερμικό αποτέλεσμα της τροφής) είναι μικρότερη στα παχύσαρκα άτομα από ότι στα ισχνά. Και βέβαια ας μην ξεχνάμε πως ο αυξημένος αριθμός των λιποκυττάρων (κάτι που συντελείται όταν κάποιος παχαίνει κατά την παιδική του ηλικία και χαρακτηρίζεται ως υπερπλαστική παχυσαρκία) συνεπάγεται εντονότερο ερεθισμό των κέντρων του υποθαλάμου, με αποτέλεσμα την αυξημένη λήψη τροφής και συνεπώς τη διατήρηση της παχυσαρκίας.
Βλέπουμε λοιπόν πως σημαντικό μέρος της έρευνας πρέπει να επικεντρωθεί στο πως θα αποφύγουμε την παχυσαρκία και όχι στο πως απλά θα την αντιμετωπίσουμε.
Η διατροφική διαπαιδαγώγηση συνιστά την πραγματική λύση
Εδώ λοιπόν έρχεται να παίξει σημαντικό ρόλο, η αρωγή των γονιών στη διατροφική διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους. Ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα στο γυμνάσιο και το λύκειο, αυτό της διατροφής δυστυχώς είτε δεν διδάσκεται, είτε υπολείπεται σε βαρύτητα και ευρύτητα έναντι άλλων, λιγότερο ουσιωδών.
Η σωστή διατροφή πρέπει να γίνει βίωμα στο μικρό παιδί προκειμένου να έχει διάρκεια (όπως άλλωστε και η γυμναστική). Το να προσπαθήσει ένας 40άρης με χρόνια λανθασμένες διατροφικές συνήθειες να μάθει να αφιερώνει χρόνο και ουσία στο πρωινό του γεύμα είναι σίγουρα δύσκολο (και σε μερικές περιπτώσεις ανέφικτο). Όταν όμως κάποιος μάθει από μικρή ηλικία να «λειτουργεί» με ένα πλήρες πρωινό, είναι αντιστοίχως δύσκολο να αποδεσμευτεί αυτής της καλής συνήθειας, σε όλη του τη ζωή.
Ας δώσουμε λοιπόν έμφαση στη διατροφική διαπαιδαγώγηση των παιδιών, τόσο οι επιστήμονες διαιτολόγοι όσο και η πολιτεία μέσω εγκεκριμένων φορέων και ας σταματήσουμε να ψάχνουμε για μαγικές λύσεις όταν το πρόβλημα έχει εδραιωθεί, «λύσεις» που συχνά διαιωνίζουν το πρόβλημα της παχυσαρκίας, συνεισφέροντας μόνο στο πορτοφόλι μερικών επιτήδειων.