Γρίπη και Καρδιαγγειακός κίνδυνος
Κάθε χρόνο ο κοινός ιός της γρίπης αποδεικνύεται θανατηφόρος για χιλιάδες ανθρώπους. Τι συμβαίνει όμως πραγματικά στο σώμα μας και επιφέρει τον θάνατο από τη γρίπη;
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών των ΗΠΑ (CDC) ετησίως νοσούν σοβαρά από τη γρίπη τρία με πέντε εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως, ενώ 291 με 646 χιλιάδες χάνουν τη ζωή τους.
Πώς όμως μπορεί μια γρίπη να επιφέρει τον θάνατο; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι είτε το σώμα επιφέρει από μόνο του τον θάνατο στην προσπάθεια του να αυτοθεραπευτεί υπεραντιδρώντας απέναντι στον ιό, είτε το ανοσοποιητικό μας σύστημα εξασθενεί πολύ και μία βακτηριακή λοίμωξη επικάθεται πάνω στον ταλαιπωρημένο από γρίπη οργανισμό με καταστροφικά πολλές φορές αποτελέσματα.
Αφού εισέλθει στο σώμα κάποιου, ο ιός της γρίπης αρχίζει να καταλαμβάνει ανθρώπινα κύτταρα στη μύτη και τον λαιμό και να αναπαράγεται. Η συντριπτική ιογενής συσσώρευση προκαλεί μια ισχυρή αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος, το οποίο αποστέλλει μία πληθώρα λευκών αιμοσφαιρίων, αντισωμάτων και φλεγμονωδών μορίων προκειμένου να εξαλειφθεί η απειλή. Τα Τ λεμφοκύτταρα επιτίθενται και καταστρέφουν τον ιστό που προστατεύει τον ιό, ιδιαίτερα στην αναπνευστική οδό και τους πνεύμονες, όπου ο ιός τείνει να εγκαθίσταται. Στους περισσότερους υγιείς ενήλικες αυτή η διαδικασία λειτουργεί και αναρρώνουν ενός λίγων ημερών ή εβδομάδων. Ωστόσο, μερικές φορές η αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος είναι τόσο ισχυρή, καταστρέφοντας σε τέτοιο βαθμό τους ιστούς των πνευμόνων, που δεν είναι σε θέση πλέον να μεταφέρουν αρκετό οξυγόνο στο αίμα, επιφέροντας την υποξία και το θάνατο.
Σε άλλες περιπτώσεις, δεν είναι ο ίδιος ο ιός της γρίπης που προκαλεί μια συντριπτική και δυνητικά θανατηφόρα απόκριση αλλά μία δευτερογενής λοίμωξη που εκμεταλλεύεται ένα εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα.
Εκτός από την βακτηριακή πνευμονία, οι δευτερογενείς επιπλοκές της γρίπης είναι πολυάριθμες και κυμαίνονται από τις σχετικά ήπιες, έως τις πολύ πιο σοβαρές, όπως η φλεγμονή της καρδιάς (μυοκαρδίτιδα), ή του εγκεφάλου (εγκεφαλίτιδα).
Ο αριθμός των ανθρώπων που πεθαίνουν από την ανοσολογική απόκριση στην αρχική ιογενή λοίμωξη έναντι μιας δευτερογενούς βακτηριακής λοίμωξης εξαρτάται εν μέρει από το ιικό στέλεχος και την καθαριότητα των χώρων όπου βρίσκονται οι ασθενείς. Ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια της διαβόητης πανδημίας γρίπης που έπληξε την υφήλιο το 1918, οι περισσότεροι άνθρωποι πέθαναν από τις επικείμενες βακτηριακές λοιμώξεις. Όμως, πιο τοξικά στελέχη, όπως αυτά που προκαλούν τη γρίπη των πτηνών, είναι πιο πιθανό να κατακλύσουν το ανοσοποιητικό σύστημα από μόνα τους.
Η γρίπη αυξάνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο όχι μόνο μέσω επιπλοκών αλλά άμεσα, με τα μέχρι στιγμής δεδομένα να λένε πως μπορεί να 4πλασιάζεται ο κίνδυνος καρδιαγγειακού θανάτου τις πρώτες 3 μέρες από την εκδήλωση της. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε σε μυοκαρδιακή βλάβη άμεσα από τον ιό της γρίπης (μυοκαρδίτιδα) είτε η λοίμωξη να λειτουργεί σαν έναυσμα για ρήξη αθηρωματικής πλάκας και επακόλουθο καρδιακό επεισόδιο. O εμβολιασμός κατά της γρίπης συστήνεται από την Ελληνική και την Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Εταιρεία στα πλαίσια πρόληψης των ομάδων υψηλού κινδύνου.
Σε μια περίοδο, όπου οι περισσότεροι θάνατοι συνδέονται με τη γρίπη, δύο είναι οι ηλικιακές ομάδες που είναι εξαιρετικά ευάλωτες, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι. Το ανοσοποιητικό σύστημα των ηλικιωμένων συχνά εξασθενείται από τον συνδυασμό της ηλικίας και της υποβόσκουσας ασθένειας και οι ηλικιωμένοι ενδέχεται να είναι λιγότερο ικανοί να αντέξουν και να αναρρώσουν από την επίθεση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Μήπως πρέπει να ξανασκεφτούμε τη πιθανότητα να εμβολιαστούμε κατά της γρίπης;